4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Τραυματίες

ΛΙΩΣΑΜΕ!
«Έχω σπάσει κλείδα, μηρό, τρία μετατάρσια μέσα από τη μπότα, όταν συνάντησα ένα βράχο. Γόνατα άπειρες φορές, δεν έχω οπίσθιο χιαστό από περίπου 20 χρονών, αγκώνες, δάχτυλα. Δύο σπόνδυλους από τούμπα, τρία πλευρά και έχω κάνει ράμματα παντού. Αρκούν;»

ΚΕΙΜΕΝΟ: ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΝΙΤΗΣ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΝΙΚΟΣ ΜΑΡΚΟΜΠΟΤΣΑΡΗΣ

«Κάθε επτά χρόνια κοπανάω το κεφάλι. Και ξεκίνησα στα επτά. Στα επτά, λοιπόν, κρεμάστηκα ανάποδα από ένα μονόζυγο, για να δείξω στη μάνα μου τι καλός που είμαι. Έσκασα κάτω, ξύπνησα την άλλη μέρα. 14 χρονών δέσαμε ένα καρτ πίσω από ένα αυτοκίνητο, κάναμε γύρω γύρω την πλατεία, είχε σκασμένο λάστιχο, γύρισε, τούμπαρε, το έφαγα στην πλάτη και στο κεφάλι επάνω. Ξανά στο ΚΑΤ. Στα 21... δεν τη θυμάμαι αυτήν τη στιγμή. Πήγαινα χαλαρός με τη μοτοσικλέτα να πάρω την κοπέλα μου για σινεμά και ξύπνησα στο ΚΑΤ επίσης. Προφανώς, κάπως γλίστρησα, κάτι έγινε και κοπάνησα το κεφάλι μου. Στα 28 υπάρχει ένα κενό. Χαλάει η συνταγή. Πάμε στο ’97, στο Pάλλυ Παρίσι-Ντακάρ, όπου πάλι κοπανήθηκα, αλλά εκεί ήταν γενικότερο, ήταν και το κεφάλι και το πόδι, ενώ δυστυχώς πέρυσι επιβεβαιώθηκε για άλλη μια φορά η επταετία, με το αιμάτωμα στο κεφάλι σε έναν αγώνα εντούρο στην Πολωνία».

Ο ΘΑΝΑΣΗΣ ΧΟΥΝΤΡΑΣ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΤΟΥ ΠΟΥΘΕΝΑ
«Ήταν η τρίτη μέρα του Ντακάρ, η ειρωνεία είναι ότι τη δεύτερη μέρα θα έπρεπε να είχα εξαϋλωθεί. Πήγαινα με την ταυτότητα, ανέβηκα 40 θέσεις στη Γενική κατάταξη. Την τρίτη μέρα είχα περάσει καμία εικοσαριά και ήμουν πλέον σε μια κατάσταση όπου κανείς δε με έφτανε, αλλά ούτε έφτανα κανέναν. Σχεδόν ταξίδευα μόνος μου. Έβλεπα μια σκόνη στο βάθος του πουθενά, η οποία λίγο λίγο όλο και πλησίαζε. Κάποια στιγμή βρέθηκα μέσα στη σκόνη - ένα Κawasaki ήταν. Από το πολύ πες πες, έπρεπε να ξεμπερδεύω τέλος πάντων. Aποφασίζω, λοιπόν, κάποια στιγμή να πλησιάσω και να προσπεράσω. Τα 20 μ. είναι σχετικά κοντά, το να πλησιάσω και να περάσω είναι τα 5. Δεν έβλεπα δηλαδή πού πήγαινα, ακολουθούσα το φωτάκι - έχεις αναμμένα φώτα συνέχεια στον αγώνα. Ε, και κάποια στιγμή μπήκα σε έναν ξεροχείμαρρο και στο χείλος απέναντι χτύπησε ο πίσω τροχός, σηκώθηκε και είχε τόσο βάρος που θυμάμαι πολύ καλά ότι έκανα την κίνηση να ανοίξω τέρμα το γκάζι (με αυτόν τον τρόπο κατεβαίνει το πίσω μέρος), αλλά άρχισε να βαραίνει το μπροστινό, έκανε και ένα αλματάκι μικρό, δίπλωσε ο μπροστινός τροχός, μου έπιασε το πόδι μέσα σε τιμόνι και ντεπόζιτο, έπεσα και έκανε “κρακ”.
Με το που έπεσα, η μηχανή ήταν γύρω στα 25 μ. μακριά, συνειδητοποίησα ότι το πόδι μου έσπασε -σε δευτερόλεπτα αυτά τώρα- και η πρώτη σκέψη ήταν “Καλά, τώρα πώς θα σηκωθώ να περπατήσω για να βάλω μπροστά και να συνεχίσω;”. Είχα κοπανήσει βέβαια και το κεφάλι μου, δεν ήμουν πολύ σόι. Αυτή είναι η δικαιολογία μου.
Ήρθε ο επόμενος, μου λέει: “Είσαι καλά;”, συνεννόηση με χέρια και με... πόδι, φέρνει δίπλα μου το tracking system, το πατάει, μου λέει: “Εντάξει”, “Στο καλό...”, λέω, “... ευχαριστώ πολύ”. Σε 20 λεπτά προσγειώθηκε το ελικόπτερο.
Ήρθε γιατρός από τη Γαλλία, τον πήραν απ’ το σπίτι του, τον έβαλαν σε αεροπλάνο, ήρθε στο Μάλι, ταξίδεψε με δεύτερο αεροπλάνο για να έρθει στο νοσοκομείο που ήμουν, με πήρε απ’ το χέρι, με έβαλε σε αεροπλάνο, σε δεύτερο αεροπλάνο, στη Γαλλία, αεροπορικώς στην Αθήνα, στην Αθήνα περίμενε νοσοκομειακό στο αεροδρόμιο, στο νοσοκομειακό, Γενικό Κρατικό, στο κρεβάτι, χτύπημα στον ώμο, “Εντάξει, τώρα;” κι έφυγε... Αυτά περιλαμβάνονται και δικαιολογούνται με τα 4,5 εκατ. (δρχ.) που κοστίζει η συμμετοχή στο Παρίσι-Ντακάρ.
Μου έβαλαν το καρφί, σε έξι μέρες σηκώθηκα, σε ένα μήνα περπάτησα, σε τρεις μήνες οδήγησα μηχανάκι! Ακούγεται χαζό, αλλά είναι πολύ φυσιολογικό. Έπειτα από ένα χρόνο έβγαλα το καρφί και τώρα είναι σαν να μην υπάρχει. Είναι και ενισχυμένο κιόλας το πόδι, δε σπάει με τίποτα!»

ΕΠΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΡΓΟΤΕΡΑ, ΣΤΗΝ ΠΟΛΩΝΙΑ
«Η τελευταία σκέψη που θυμάμαι ήταν “όχι, ρε πούστη μου, πέφτω;”.
Νοσοκομείο, αξονική τομογραφία· μου λένε: “Έχεις αιμάτωμα, θα κάτσεις εδώ”. “Να κάτσεις εσύ εδώ, εγώ θα πάω σπίτι μου”. Πολωνία όλα αυτά, συνεννόηση με ζωγραφική. Έκατσα τελικά μια βδομάδα, ήρθα εδώ με δική μου ευθύνη και υπογραφή, όμως δεν είχα συμπτώματα, αισθανόμουν μια χαρά.
Στη βδομάδα κούρας, χωρίς τηλεόραση, χωρίς κούραση, χωρίς πνευματική εργασία (24 ώρες το 24ωρο, αν μπορούσα να κοιμάμαι, καλά θα ήταν), λέω: “Ας γράψω και το editorial, μια βδομάδα είμαι σπίτι και κάθομαι”. Στην τελευταία πρόταση μουδιάζει και το χέρι, το δεξί. Και ήταν τρεις λέξεις να γράψω. Τις γράφω λοιπόν με το αριστερό. Ανεβαίνω τις σκάλες, λέω στη Δήμητρα: “Δεν αισθάνομαι καλά, πάμε νοσοκομείο”. “Δνσθνμκαλπμνσκμο”! Δεν έβγαιναν οι λέξεις, τις έβλεπα, τις είχα αποτυπωμένες, καθαρά συμπτώματα εγκεφαλικού, απλώς το αίμα δεν ήταν μέσα, ήταν έξω από τον εγκέφαλο και πίεζε, δημιουργώντας τα ίδια συμπτώματα! Να το πω πιο απλά: “Νοσοκομείο!”. “Νσκμμ”. Είδα τα μάτια της γουρλωμένα! Στο τέλος, της κάνω νόημα με το χέρι, άντε πάμε!
Στις σαράντα μέρες είχα φτιάξει. Λέω ωραία, πάω στο νοσοκομείο, να κάνουμε τη μαγνητική, να μου πει ο γιατρός “Ωραία, καλά πας, φύγε”. Μπαίνω μέσα, κάνω τη μαγνητική, μου λέει ο γιατρός, ο Κώστας Βλάχος, να ’ναι καλά ο άνθρωπος, “Σε μια ώρα, χειρουργείο!”.
Όταν έχεις περάσει όλες αυτές τις καταστάσεις, σου δημιουργείται μια πολύ έντονη αισιοδοξία. Είσαι διακοπές, σπάει το μηχανάκι στη μέση, κόβονται οι ιμάντες, οι σχάρες, σε κλέβουν, βρέχει και δε σε νοιάζει! Είναι θέμα χρόνου, θα τσουλήσει. Αύριο θα ’ναι εντάξει τα πράγματα. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Τη ζωή μας πρέπει να τη ζούμε με οποιοδήποτε κόστος. Αν το δεις τραβηγμένα, το σώμα είναι η συσκευή της ψυχής σου, του μυαλού σου. Αν κάποια στιγμή αρχίσεις να κουτσαίνεις λίγο παραπάνω, θα είναι σαν να έχει χάσει μερικά άλογα ιπποδύναμη, αλλά πάλι θα πηγαίνει... Εκεί όπου θέλει πολύ ψυχική αντοχή είναι όταν καταλήγει σε ένα μόνιμο πρόβλημα».

ΕΛΛΑΣ-ΕΛΛΑΣ, ΜΑΚΗΣ ΚΑΛΑΡΑΣ...
«Συνηθίζεις σε ό,τι κι αν σου τύχει. Την ώρα που μου σκίζανε τα ρούχα, θυμάμαι, μου λέει ο γιατρός: “Ξέρεις, φίλε, δεν πρόκειται να ξαναπερπατήσεις ποτέ”, λέω: “Καλά, μαλακίες λέει”, ούτε καν το πίστεψα. Το καλό με την όλη περιπέτειά μου είναι ότι είμαι, πώς να το πω, λίγο ελαφρόμυαλος, δεν τα παίρνω στα σοβαρά τα πράγματα και αυτό με βοήθησε πολύ.
Χειρουργήθηκα, ένα μήνα έκατσα ξάπλα εντελώς, από εκεί και πέρα άρχισα να μαθαίνω τη ζωή μου, από εκεί που περπατούσα, να τα κάνω όλα καθιστός. Να ντύνομαι, να κάνω μπάνιο, να πηγαίνω τουαλέτα. Τώρα πια ούτε καν ξέρω αν όλα αυτά τα έκανα πιο γρήγορα πριν από το ατύχημα. Μπαίνω και βγαίνω στο αυτοκίνητο πολύ γρήγορα, κάνω μπάνιο ταχύτερα από ’σένα, σαν να γεννήθηκα έτσι.
Χρειάστηκα 20-30 μέρες για να το συνειδητοποιήσω. Ήταν όμως ακριβώς η περίοδος που άρχισα να σηκώνομαι, να γίνομαι πιο μάγκας, πήγα και στην Αγγλία και έκανα αποκατάσταση και με το που γύρισα ήμουν κανονικά ο Μάκης, ο ίδιος που ήμουν και πριν. Πήρα αυτοκίνητο, οδήγησα μηχανή... ¶λλαζε ο πίσω ταχύτητες και εγώ οδηγούσα. Γι’ αυτό, σου λέω, δεν είμαι και το καλύτερο παράδειγμα...»
Ακόμη κι αν δεν το παραδέχεται, ο Μάκης Καλαράς είναι το καλό παράδειγμα· ένας από τους πιο ευχάριστους και γελαστούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει. Σπούδασε μετά το ατύχημα γραφίστας, έπιασε δουλειά, συνέχισε να ασχολείται με τον αθλητισμό και τα τελευταία τρία χρόνια είναι πλέον επαγγελματίας αθλητής με χορηγό την ΤΙΜ. Και κατέκτησε και το ασημένιο μετάλλιο στη δισκοβολία, στην Παραολυμπιάδα της Αθήνας.
«Τελικά, είναι το τι βγάζεις προς τα έξω, τι άνθρωπος είσαι. Έχω γνωρίσει τύπους που είναι όλη μέρα σπίτι, ούτε αυτοκίνητα, ούτε αθλητισμό, ούτε τίποτα. Αυτοί έχουν χτυπήσει στο κεφάλι και ψυχολογικά.
Εγώ έριξα σήμερα 30 μ., θέλω να ρίξω αύριο 30 και μισό. Θέλω να κάνω συνέχεια ρεκόρ. Δεν επαναπαύομαι. Για να καταλάβεις, μετά τους τελευταίους αγώνες ήμουν πολύ στεναχωρημένος. “Τι έγινε;”, μου λένε. “¶σ’ τα, για δέκα πόντους δεν έκανα πανευρωπαϊκό ρεκόρ”. “Και τι βγήκες; Δεύτερος, τρίτος;”. “Πρώτος βγήκα, αλλά τι να το κάνεις...”.
Εκεί που νομίζεις ότι τα έχεις καταφέρει και ότι έχεις φτάσει στον προορισμό σου, τελευταία στιγμή θα σου εμφανιστεί ένα παλούκι στο πεζοδρόμιο, ένα αυτοκίνητο που έχει παρκάρει στη ράμπα ή ένα, δύο σκαλοπάτια πριν από τη δημόσια υπηρεσία. Σπάνια ξεκινάω από το σπίτι για να πάω σε κάποια δουλειά και μην μου τύχει έστω κάποιο μικρό προβληματάκι. Η ζωή μου είναι μια πατέντα· θα πιαστώ από εκεί να τραβηχτώ, θα κάνω αυτό, θα κάνω το άλλο... Και τώρα είμαι πιτσιρικάς και είμαι δυνατός. Αργότερα τι θα γίνει; Δε θα είμαι τόσο δυνατός ούτε θα έχω το ίδιο θράσος: “Ε, μεγάλε, κάνε πιο ’κει”. Η Αθήνα είναι απροσπέλαστη! Εδώ, με μηχανή δεν μπορείς να κυκλοφορήσεις, χρειάζεσαι εντούρο. Πόσο μάλλον το αναπηρικό καροτσάκι.
Επίσης, έχω σταματήσει να λέω ότι χτύπησα με μηχανή. “Για πες μου, ρε φίλε, και πώς χτύπησες;” “Με μηχανή”. “Ααα, κωλομηχανάκια. Τα ’θελε ο κώλος σου...”. Τώρα τελευταία λέω και ’γω ότι χτύπησα με αυτοκίνητο, ότι μάλιστα ήμουν συνοδηγός, “Τι λες, βρε παιδί μου”, λέω ήμουν στο Ιράκ στον πόλεμο, τέτοια πράγματα. Ή κάποιοι άλλοι με λυπούνται. Μόλις με βλέπουν να μπαίνω στο BMW το κάμπριο: “Α, το κωλόπαιδο”.
Περνάει καμιά γκόμενα, ψιλοκοιτάει. Με ρωτάει: “Μήπως χρειάζεσαι βοήθεια;” Στην αρχή έλεγα: “Όχι, όχι”. Τώρα τελευταία την κόβω λίγο, κοιτάω και, αν είναι ωραία, λέω “Ναι, ναι, έλα, έλα”. Εκμεταλλεύομαι την κατάσταση· όμως, όταν το παίρνουν χαμπάρι, με βρίζουν. Όλο πλάκες κάνω. Ό,τι και να μου πεις, χτυπάς με το μηχανάκι, σπας ένα χεράκι, ένα δαχτυλάκι ή κάηκε το φαί, δε μου κάνει αυτό το ρούχο, εγώ γελάω. Και αυτό με έχει κάνει πολύ σκληρό. Δεν κατανοώ αυτά τα προβλήματα, μερικοί με λένε αναίσθητο, αλλά έχω συνηθίσει».

Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΖΑΚΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΤΟΥΜΠΕΣ
Από χτυπήματα σε χεράκια, δαχτυλάκια, πλευρά, ο Βαζάκας άλλο τίποτε. «Όσα χρόνια θυμάμαι τον εαυτό μου είμαι γδαρμένος, χτυπημένος και μωλωπισμένος. Στην αρχή από τα ποδήλατα, από τα μηχανάκια, τις μοτοσικλέτες, τα καρτ, έπειτα από τα αυτοκίνητα, τα σκι, τα τζετ σκι... Γενικά, τα καλοκαίρια θυμάμαι ότι δεν μπορούσα ποτέ να βάλω παπούτσια! Κάποια στιγμή που το ανέλυσα με τους φίλους μου αποφασίσαμε ότι τελικά είμαι πολύ τυχερός που συνήθως τη γλιτώνω με γρατζουνιές και πολλά ράμματα, γιατί ήμουν πάντα ο άνθρωπος που δοκίμαζα πρώτος, που τολμούσα να δοκιμάσω το κάτι παραπάνω από όλη την παρέα. Βίδες και κατσαβίδια δε μου έχουν βάλει και ακόμα, και οι δύο σπόνδυλοι που έσπασα, όταν τούμπαρα το ’89 με το αγωνιστικό Starlet, κόλλησαν μόνοι τους, έπειτα από δύο μήνες στο κρεβάτι ακινησία και αποχή όλο το χρόνο από τους αγώνες. Για να σου δώσω να καταλάβεις: τα μόνα αθλήματα στα οποία δεν έχω χτυπήσει ακόμα είναι το πινγκ-πονγκ και το τάβλι. Και φυσικά στα ultra light αεροπλάνα σαφώς δεν έχει γίνει τίποτα, γιατί αλλιώς δε θα μπορούσα να περιγράφω τώρα όλα τα υπόλοιπα!
Με τις τούμπες έχω, όμως, μια ιδιαίτερη σχέση. Στα 28 χρόνια που τρέχω στα ράλλυ, τρεις φορές έχω χτυπήσει και τις τρεις από τούμπα. Στις δύο έτυχε το ελικόπτερο να πετάει πάνω μου και με παρέλαβε. Η τελευταία ήταν με το Subaru, το 2002. Από λάθος γραπτά φτάνω με πολλά χιλιόμετρα στη στροφή και ξαφνικά, ενώ πλαγιολισθαίνω, τελειώνει ο δρόμος. Χτυπάει το αυτοκίνητο με την ουρά σε ένα τσιμεντάκι, εκσφενδονίζεται απέναντι με το πλάι και χτυπάει σε ένα άλλο τσιμεντένιο τοιχάκι με τις δύο ρόδες, κόβονται -σπάνε οι ζάντες στη μέση, δηλαδή- και αρχίζουν οι τούμπες. Περάσαμε ένα λόφο από πάνω και βρεθήκαμε από την άλλη μεριά όπου συνεχιζόταν η ειδική, κοιτώντας απλώς την αφετηρία και το αυτοκίνητο στις ρόδες του, όσες είχαν μείνει! Όλη μου η αγωνία την ώρα της τούμπας ήταν ότι χάνω τον αγώνα! Ότι θα χτυπήσει το αυτοκίνητο πολύ και δε θα μπορέσω να συνεχίσω τον αγώνα. Δεν πιστεύεις ότι μπορείς να χτυπήσεις με όλα τα συστήματα ασφαλείας του αυτοκινήτου, με τα ρολ-μπαρ, τις ζώνες έξι σημείων κι όλα αυτά. Τελικά, είχα ραγίσει μια φάλαγγα στο δάχτυλο, διότι έφτασε το ρολ-μπαρ στο τιμόνι. Το ελικόπτερο που πέταγε από πάνω κατέβηκε και μας παρέλαβε. “Είναι πρώτη φορά που μπαίνω σε ελικόπτερο”, θυμάμαι ότι μου είπε η Τώνια Παυλή που ήταν συνοδηγός μου. “Είδες τι τυχερή που είσαι που τρέχεις μαζί μου; Μέχρι και σε ελικόπτερο μπαίνεις”, της απάντησα».

ΔΕΝ ΞΕΡΩ!
Αν σου έλεγαν ότι θα κάνεις όλα αυτά τα πράγματα, θα καταφέρεις πολλά, αλλά θα έχεις τα συγκεκριμένα ατυχήματα και έναν τόνο ακτινογραφίες στο συρτάρι, τελικά θα το έκανες ή όχι; Ο Θανάσης έχει το λόγο: «Θα δανειστώ την απάντηση της Βερούλη σε αντίστοιχη ερώτηση που της έκαναν: “Παίρνεις αυτό το χαπάκι και κερδίζεις χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο, αλλά σε 5 χρόνια θα πεθάνεις”. Τι είπε; “ΔΕΝ ΞΕΡΩ”. Αν έλεγε όχι, θα έλεγε ψέματα, αν έλεγε ναι, θα έμοιαζε χαζό...»
Σ’ αυτό συμφωνεί και ο Μάκης, ο οποίος μάλιστα έχει και Ολυμπιακό μετάλλιο: «Τελικά, δεν ξέρω. Αυτό που έχω κάνει τώρα είναι τέλειο. Να μου πεις τι σου λείπει αυτήν τη στιγμή, δε μπορώ να σου πω. Δε θα σκεφτώ την αναπηρία. Θα σκεφτώ κάτι άλλο και μετά θα μου έρθει. Α ναι, ρε, ξέχασα· μήπως να περπατάω κιόλας;»


ΒΟΧ
Κοινός παρονομαστής των πρωταγωνιστών μας το ΚΑΤ! Το «μάχιμο νοσοκομείο πρώτης γραμμής» κατά τον Δρ Κώστα Πλατή, με πάνω από τρεις δεκαετίες «θητεία» στο εν λόγω νοσοκομείο, τον πλέον κατάλληλο να μας μιλήσει για τροχαία ατυχήματα.
«Τελευταία έχει μειωθεί η βαρύτητα των τραυματισμών με αυτοκίνητα και μοτοσικλέτες, ενώ ο αριθμός παραμένει, θα έλεγα, ο ίδιος. Είναι περισσότερο δεμένοι στα αυτοκίνητα, έχουν καλύτερα αυτοκίνητα, φοράνε κράνος και ένδυση κατάλληλη και πιο ασφαλή για μοτοσικλέτα και, παρόλο που οι ταχύτητες και η πυκνότητα των αυτοκίνητων έχουν αυξηθεί, οι τραυματισμοί που βλέπαμε πριν από δέκα χρόνια δεν πολυ-υπάρχουν πια. Τότε είχαμε πολλούς βαριά πολυ-τραυματίες.
Και το πώς ξεπερνιούνται τα βαριά συμβάντα: ζημιές που παλιότερα σε άφηναν σίγουρα ανάπηρο, σήμερα διορθώνονται. Σε μεγάλο βαθμό.
Περίπου ένα 10% αυτών πρέπει να ασχοληθούν και στο μέλλον με το πρόβλημά τους. Μιλάμε για σοβαρή βλάβη, όχι δε μου ανοίγει καλά ο αγκώνας μου ή με πονάει λίγο το γόνατό μου, μιλάμε μια αδυναμία μεγάλη, μια παράλυση, κάτι σημαντικό. Απ’ τους βαριά τραυματίες, περίπου το 10% θα χάσει τη ζωή του. Οι περισσότεροι θα επιβιώσουν και θα ’λεγα καλά».
Θα ήταν πολύ διαφορετικός ο αριθμός των εισαγωγών, εάν όλοι οι επιβάτες ενός αυτοκινήτου χρησιμοποιούσαν ζώνη ασφαλείας και όλοι οι μοτοσικλετιστές φόραγαν το κράνος τους;
«Πολύ! Βέβαια, ο μοτοσικλετιστής που φοράει το κράνος του, τα γάντια του, τις μπότες του και το καλό του το τζάκετ κινδυνεύει λιγότερο σε λογικές ταχύτητες ατυχήματος. Δηλαδή, αν θα τουμπάρει με τα 200 και 270 που πηγαίνουνε στο δρόμο - πηγαίνω εγώ με την Aprilia μου 180 και περνάει “βζζζζζτ” το R1 δίπλα μου, αυτός ακόμα κι αν φοράει κράνος κι αν δε φοράει, εάν ακουμπήσει κάπου με τα 270, δεν πάει στο νοσοκομείο· πάει στο νεκροτομείο! Στις μέσες ταχύτητες είναι αναμφίβολα σωτήριο.
Πολύ σημαντικές είναι όμως και οι πρώτες βοήθειες.
Επειδή ξέρουν οι οδηγοί ότι τα ασθενοφόρα δεν πάνε πάρα πολύ γρήγορα, σηκώνουν πολλές φορές τον τραυματία και τον πηγαίνουν μόνοι τους στο νοσοκομείο, κάτι που τον σώζει. Δεν μπορώ να πω ότι τον “χαλάσανε” εκείνοι που τον μετακινήσανε. Είναι υπερβολή να λέμε ότι είχε ένα κάταγμα στον αυχένα και του το εξαρθρώσανε οι άνθρωποι που τον πήρανε. Αυτό θα γίνει μια φορά στο εκατομμύριο. Η άμεση μεταφορά στο νοσοκομείο είναι πιο σημαντική».
Και για να τελειώσουμε με κάτι περισσότερο χαρωπό, σας έχει τύχει κάποιο αστείο περιστατικό;
«Πολλά! Ο βαφέας μας, για παράδειγμα, εδώ στο νοσοκομείο, έβαφε τα κάγκελα. Δεν μπορούσε να βάψει καλά τα απέξω, καβαλάει λοιπόν το κάγκελο, είχε στάξει μπογιά στο μαρμαράκι, γλιστράει και φεύγει από τον 6ο όροφο και πέφτει ίσια κάτω. Ήμασταν στην εφημερία και ακούμε “ω, ω, ω, ω, ω”, γιατί έπεφτε ώρα. Έπεφτε στα κυπαρίσσια μέσα, κουτρουβάλα απ’ τις κλάρες και “ζντουπ” στο χόρτο. Τον μαζέψαμε, τον φέραμε μέσα. Είχε γδαρσίματα απ’ τα κλαδιά δεξιά αριστερά, ούτε ράμμα, δεν ράψαμε ούτε ράμμα, είχε ελαφρό συμπιεστικό κάταγμα σ’ ένα σπόνδυλο, που τους στέλνουμε σπίτι την άλλη βδομάδα. Και κατέβηκε απ’ τον 6ο όροφο!»